- υποχλωρυδρία
- η, Νιατρ. ελάττωση τής οξύτητας τού γαστρικού υγρού κάτω από το φυσιολογικό όριο, η οποία απαντά συχνά σε περιπτώσεις καρκίνου τού στομάχου και στις ατροφικές γαστρίτιδες.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. γαλλ. hypochlorhydrie < υπ(ο)-* + χλώριο + -υδρία (< ύδωρ*)].
Dictionary of Greek. 2013.